ΣΥΡΙΑΝΕΣ ΙΣΤΟΡΙΕΣ
ΑΡΧΙΖΕΙ ΤΟ ΜΑΤΣ …
Από τον Τάκη Κυριτσόπουλο
Λίγο πριν τον μεγάλο τελικό, ο Θράσος με μιλιτέρ φόρμα παραλλαγής και τσιγάρο άφιλτρο στο αφτί επισκεύτηκε τους παίχτες της «Ρόνστιμπακ» στα αποδυτήρια, που δεν ήταν άλλα από ένα καμπινάτο τρεχαντήρι, τραβηγμένο στην εσχάρα του Καρνάγιου, για να τους δώσει τελικές οδηγίες και να τους ντοπάρει.
Το σκάφος μπροστά στο καφενεδάκι του Καστριώτη ισορροπούσε απάνω σε δυό γιοστέκια και το μπουντελιάριζε ένα χοντρό μαδέρι στην αριστερή του μάσκα. Μέσα οι ποδοσφαιριστές αλλάζανε.
– Πετάχτε μου ρε, καμιά μπαρούμα να σκαρφαλώσω, φώναξε ο Θράσος. Όμως δεν έλαβε καμιά απόκριση. Ξαφνικά άκουσε κάποιο θόρυβο, γύρισε το κεφάλι και είδε τον Παντελή, το μπακ – χαφ, να κρατά μια ξεφούσκωτη μπάλα και να του λέει:
– Μας τρύπησε η σαμπρέλα, μίστερ …
– Και πώς θα παίξουμε, ρε, στον τελικό; Με την … κάλτσα της πεθεράς μου; Άμε, Παντέλο, στον Μανώλη τον ποδηλατά να σου τηνε κολλήσει με “σολουσιόν” και “ευρωπαϊκόν”, ύστερα βάλτονα να στη φουσκώσει και θα περάσω, πες του, να λογαριαστούμε.
—-
Ο Μανώλης ο ποδηλατάς, καρσί στου Ασημομύτη το μύλο, καλοδεχότανε τα παιδιά, αλλά για να σού ’δωνε την τρόμπα να κάνεις τη δουλειά σου, έπρεπε πρώτα να του … φούσκωνες τις ρόδες έξι ποδηλάτων!
Ο Θράσος κατάφερε ν’ αναρριχηθεί στο σκάφος. Μόλις εμφανίστηκε στην καμπίνα όλοι προσηκώθηκαν σεβαστικά.
Χωρίς περιστροφές άρχισε να τους δίνει οδηγίες:
– Λεπόν, έχουμε και λέμε: Τερματοφύλακας ο Βαγγέλης το Μουίτς. Αριστερό μπακ ο Μαυρουδής και δεξί ο Παντελής. Όξω δεξιά ο Γιάννης, όξω αριστερά ο Σταμάτης το Νεκό και φουνταριστός το Πικιουί. Γκέγκε;
– Και ’γω πού θα παίξω, θείο, κλαψούρισε ο Νικολής ο Μαρκεζίνης, αυτός με το τεράστιο κεφάλι, που πάνω του απλώνανε … τον τραχανά!
– Εσύ θα παίξεις όξω φυλαρούχας, Μαρκεζίνη παιδί μου …
– Τότε θα μαρτυρήσω κι εγώ στην κερά Ρνούλα, πως της κλέβεις τα παστέλια, φώναξε ο Μαρκεζίνης και πήδηξε απ’ το πλεούμενο.
—-
Ο Θράσος έβγαλε όλον τον διδακτισμό του στους παίχτες:
– Λεπόν, θα ορμάτε ακάθεχτοι, ρε σείς, και όποιονα πάρει ο Χάρος! Έχω τις απαιτήσεις μου και όποιος δεν ανταποκριθεί … θα πάει άκλαφτος με συνοπτικές διαδικασίες!
– Θα τους πιούμε το αίμα, δάσκαλε …
– Απάνω τους ρε, φάτε τους την καρδιά και το σκώτι!
– Φωτιά και τσεκούρι, αδέρφια!
– Οκέι, τώρα μπάτε στην αράδα να σας τραβήξω μια αναμνηστική φωτογραφία. Α, να κι ο Παντελής με την μπάλα …
– Όλα στο καντίνι, μάνατζερ, φώναξε εκ του μακρόθεν …
– Τί έγινες, ρε Παντέλο; Λίγο ακόμα και θα σ’ έβαζα στις αναζητήσεις … του Ερυθρού Σταυρού!
– Είχε μεγάλη ουρά το ποδηλατάδικο …
Ο Θράσος τότε πήρε παράμερα τον Παντελή και του ψιθύρισε:
– Και όπως θα αμύνεσαι, ρίχνε και καμιά στραβοκλωτσιά απάνω … στην πεθερά μου με τη μπάλα …
– Εγώ, κόουτς, και ίσια να βαράω, πάλι … απάνω της θα παγαίνουνε οι μπαλιές μου!
—-
Πρώτη βγαίνει στο γήπεδο, απ’ το μαρμαράδικο μέσα, η ομάδα του «Αστέρα». Επακολουθεί ντελίριο ενθουσιασμού με καινοφανή φαινόμενα υστερίας! Πυροτεχνήματα και τροχιοδεικτικά βεγγαλικά εκτοξεύονται. Πορτοκαλί καπνογόνα κάνουνε την ατμόσφαιρα αποπνικτική, μπόμπες κρότου – λάμψης στέλνουνε πολλούς θεατές στον ωριλά και ιαχές ουρανομήκεις κάνουνε πολλά άλογα, που σέρνουνε αραμπάδες, να αφηνιάσουν!
Αρχηγός και μπακ δεξί του «Αστέρα» είναι ο Βιδάλιος, ο οποίος παράλληλα επέχει και το πόστο του άμισθου προπονητή και ως εκ τούτου δικαιούται να φορά την ποδοσφαιρική φανέλα πάνω απ’ το κουστουμάκι του, ενώ την κεφαλή του, κουρεμένη εν χρω, καλύπτει πηλίκιο του γυμνασίου με καρφίτσες στα πλάγια και κουκουβάγια στο μέσον. Το χρώμα της φανέλας του «Αστέρα» θυμίζει το άλικο της αιμόπτυσης και το κοσμεί πενταπλής εξαχτίδωσης ιβουάρ αστέρι στο μέρος της καρδιάς. Την εμφάνιση συμπληρώνουν λευκό σορτσάκι, τσουράπια στο μπλε – μαρέν ίσαμε το γόνατο και παπούτσια με τάπες και πέταλα.
Πίσω απ’ τον αρχηγό τρέχει ο τερματοφύλακας, ο Βαγγέλης, η Μαμμή, κρατώντας φουσκωμένη σαμπρέλα. Ακολουθούνε με καμάρι περίσσιο οι αμυντικοί Βερίκοκος και Γιάννης Μανώλος και έπονται ο Βαγγέλης έξω δεξιά, ο Λάκης σέντερ φορ και ο Σάββας έξω αριστερά, καθώς και οι αναπληρωματικοί Καλιακούδας και Γιάννης Απέρπας.
Η ομάδα του «Αστέρα» προς εφέ φέρνει δέκα γύρους το γήπεδο, όπου οι μισοί φίλαθλοι τους αποθεώνουνε και οι αποδέλοιποι τους γιουχάρουνε αγρίως πετώντας τους ζέρζελα και μήλα φιρίκια!
—-
Τώρα έρχεται η σειρά της «Ρόνστιμπακ» να βγει στον αγωνιστικό χώρο. Ο Θράσος προπορεύεται χτυπώντας παλαμάκια, για να δώσει τέμπο στους οπαδούς.
– Τόπο στα νιάτα, ξελαρυγγιάζεται …
Άμα τη εμφανίσει της ομάδος στο γήπεδο επέρχεται χαμός! Οι κοχύλες των ψαροκάϊκων βρυχώνται. Τα κογκς και τα κύμβαλα κρούονται εκκωφαντικά και οι αεροφλεγείς ρουκέτες, όπως και οι κόκκινες σκυταλίδες, που εκτοξεύονται δημιουργούν ατμόσφαιρα σουρεαλιστική!
Ποδοκροτήματα δονούν τα πέριξ και ο μπακάλης ο Ζαφείρης απαιτεί κι άλλον τσιμεντόλιθο να συντρίψει!
—-
Οι δύο αρχηγοί των ομάδων, ο Γιάννης και ο ορκισμένος οχτρός του ο Βιδάλιος ανταλλάσουν λάβαρα από χαρτόνι και χλιαρή τυπική χειραψία. Ο διαιτητής στρίβει το νόμισμα στον αέρα.
– Κορώνα, στοιχηματίζει ο Θράσος … και βγάζει ’κοσάρι …
– Εγώ παγαίνω Γράμματα, του αντιβγαίνει κάποιος γαϊδουρολάτης, που σκοπεύει μετά το ματς να μεταβεί στο σπίτι του στην Απάνω Μεριά … στα Γράμματα!
Ο Ζεβανζέλ σκαρφαλώνει στο τραπέζι και σηκώνοντας ψηλά το κύπελλο, το μοστράρει στους παίχτες της ομάδας του.
– Για δέστε τι σας έχω εδώ !!!
– Σκάνδαλον, σκάνδαλον, διαμαρτύρεται έντονα ο πρόεδρος του «Αστέρα». Η συμπεριφορά σας, κύριε ομολόγε, είναι αυθαίρετη, προκλητική και απάδει του «ευ αγωνίζεσθαι».
– Ρε δεν πας να κουρεύεσαι! Δικό μου είναι το κύπελλο και άμα θέλω το επιδεικνύω και όταν γουστάρω .. στο περνώ καπέλο!
Ταυτόχρονα η Ερνούλα, που αν και κάθεται καταντικρύ και με τον ήλιο κατάματα κάτι ψυχανεμίζεται.
– Δε θα πάμε σπίτι; Θα σε κάνω ’γω … σάμαλι, Βαγγέλη!
Ώστε να που βγήκανε αληθινές οι υφέρπουσες φήμες, συλλογάται. Εντούτοις, η μεταμεσημβρινή ραστώνη την έχει καταβάλει, έχοντας αμβλύνει το αγωνιστικό της φρόνημα!
Την ίδια στιγμή καταφτάνει και ο Θράσος σιμά της για να προλάβει τα χειρότερα.
– Επιθυμείτε να σας κάνω αέρα με την ανάσα μου, μητέρα;
– Βρε, μπας και σε τρώει το τομάρι σου; Λέγε μου τι ξέρεις για το βάζο μου …
– Με πιάνετε εξαπίνης, μάδερ. Εγώ περνούσα από ’δω όλως τυχαίως.
– Ξεκουμπίσου, θα σε κάψω όπως καίνε τον Γιούδα τη Λαμπρή!
Και τότε ο Θράσος, σε ένδειξη αβροφροσύνης και ψυχικής ευγένειας, της προσφέρει ανθοδέσμη τυλιγμένη σε χρυσό βαράκι.
– Την αποθέτω στην αγκάλη σας, μητέρα …
– Θα σε καταστρέψω! Πάλι έβαλες χέρι στον μπεζαχτά μου; Εντούτοις, φιλανθής γυναίκα καθώς είναι, παίρνει την ανθοδέσμη την οσμίζεται βαθιά και αμέσως … πέφτει σε λήθαργο, καθότι τα λουλούδια τα έχει πασπαλίσει ο μέλλων γαμπρός της με ισχυρή δόση … υπνωτικού!
Ανήσυχοι τρέχουνε κοντά της διάφοροι γνωστοί, να δούνε τι έπαθε ή από τι τελοσπάντων … πήγε!
– Μην την … αγγελοκόβετε, ρε παιδιά, τους εκλιπαρεί περίδακρυς ο Θράσος. Δε βλέπετε πως είναι στα στερνά της η γραία;
—-
Με το που γίνεται η σέντρα, ο Γιάννης της «Ρόνστιμπακ» πασάρει στο Πικιουί. Αυτός δίνει τη μπάλα στον Μαυρουδή, που τριπλάρει τον Βερίκοκο και τον Μανώλο και με σκαφτό μυτάκι πλασάρει τη Μαμμή, που όμως βρίσκεται σε πλήρη ετοιμότητα και με πλονζόν αυτοθυσίας διώχνει τη μπάλα σε κόρνερ! Το κόρνερ χτυπιέται απ’ τα δεξιά με το Πικιουί και ο Παντελής με κεφαλιά ψαράκι ξεγελά τον τερματοφύλακα και σημειώνει γκολ για τη «Ρόνστιμπακ».
Το τι επακολουθεί … γίνεται ανάγνωσμα σε συνέχειες και ανάγεται στη σφαίρα της φαντασίας! Ο Ζεβανζέλ κυλιέται σαν βαρελάκι στο χώμα και φτάνει έτσι μέχρι τη σέντρα! Της Ζίας, που είναι στην ώρα της να γεννήσει παραλίγο … να της σπάσουνε τα νερά!
O Θράσος απλά χειροκροτεί σεμνοπρεπώς και δηλώνει:
– Αναμενόμενον και πάμε πάρα κάτω να ξετελεύουμε!
Σε πέντε λεπτά η τάξη αποκαθίσταται με τη χρήση δακρυγόνων και το ματς επαναρχίζει. Για αρκετή ώρα παίζεται ένα παιχνίδι κέντρου και το μίζερο αυτό θέαμα προκαλεί ανία και πλήξη!
– Παίξτε μπάλα ρε, δεν ήρθαμε εδώ για … ευχέλαιο, φωνασκούνε οι πλέον καταπιεσμένοι …
—-
Ο αγώνας έχει φτάσει στο τριακοστό λεπτό, όταν ο Λάκης του «Αστέρα» κάνει μια βαθιά σέντρα και ο Σάββας εκμεταλλευόμενος την ολιγωρία των αμυντικών και από καταφανή θέση οφσάϊντ πιάνει γυριστό βολέ και ισοφαρίζει αιφνιδιάζοντας το Μουίτς!
Τώρα είναι η σειρά των οπαδών του «Αστέρα» να γελάσει τ’ αχείλι τους, που πετάνε μαξιλαρομάνες στον αέρα και βαρελότα στους τοίχους! Τόσο δε είναι το ντελίριο του ενθουσιασμού τους, ώστε βωμολοχούνε κατά του Θράσου και ζητωκραυγάζουν υπέρ της ομάδας τους.
– «Αστήρ», «Αστήρ», ολέ – ολέ – ολέ!
Ο μπαλατζής της γειτονιάς τότε, ο Χαραλάμπης, στο άκουσμα της λέξης «Αστήρ», βγάζει απ’ την καλαθούνα του μια πελώρια σοκολάτα της μάρκας «Αστήρ» και την επιδεικνύει στα πλήθη.
– Βλέπετε μωρέ, τι διαφήμιση γίνεται στο προϊόν μου;
Οι οπαδοί όμως της «Ρόνστιμπακ» δικαίως εξαγριώνονται. Πετάνε μπουκάλια και οικοδομικά υλικά μέσα στο γήπεδο και βρίζουνε με ακατονόμαστες φράσεις τον επόπτη γραμμών τον Αλέκο το Τσιτσί, κατά κύριο λόγο, αλλά και τον Σταμάτη το διαιτητή δευτερευόντως.
– Δεν είδες το οφσάϊντ, ρε στραβούλιακα, χαλά τον κόσμο ο Θράσος και σφίγγει το Τσιτσί στην καρωτίδα …
– Από ’κει που βρισκόμουνα, κόουτς, δεν έβλεπα και τόσο καλά …
– Να πας στο Δεναξά τον οπτικό να σου σκαντζάρει τις τζαμαρίες! Και χαράμι να σου γίνουνε … οι λιόσποροι, που σου ’δωκα και ντερλίκωσες το πρωί …
Ο διαιτητής αντεπεξέρχεται τη μπόρα … με επιπόλαια τραύματα … λόγω αναγνωρισιμότητας και προτέρου εντίμου βίου!
Και ο Θράσος επιστρέφει στο πόστο του, πνέοντας μένεα κατά παντός υπευθύνου!
—-
Πλησιάζει η λήξη του ημιχρόνου και ο Βαγγέλης του «Αστέρα» παίρνει τη μπάλα, κάνει τσαλιμάκια σε όποιον βρίσκει μπροστά του, καθόσον οι αντίπαλοί του τον αποφεύγουν, διότι αντί για ποδοσφαιρικά παπούτσια … φορά τα παπούτσια των σπρίντερς, εκείνα με τα … καρφάκια στις σόλες!
Πλαγιοκοπεί την άμυνα, αδειάζει περίτεχνα το Νεκό και εξαπολύει έναν πραγματικό κεραυνό, που ο ήχος του ακούγεται πολύ πέρα από το οπωροπωλείο του Ντόλτσα, αλλά το Μουίτς πάντοτε σε εγρήγορση, με μια ακροβατική εκτίναξη διώχνει ακραγγίζοντας τη μπάλα άουτ!
Όμως ο λάϊσμαν, ο Δημήτρης ο Γκαρίζος, νομίζοντας πως το Μουίτς δεν είναι γκολκήπερ … αλλά αμυντικός, θεωρεί ότι υπέπεσε σε παράβαση και σηκώνει το σημαιάκι του, υπόδειξη την οποία υιοθετεί και ο διαιτητής, δείχνοντας το σημείο του πέναλτι!
Αυτομάτως επακολουθούνε σκηνές απείρου κάλλους! Οι σκληροπυρηνικοί της «Ρόνστιμπακ» αρχίζουν να εκσφεντονίζουν λαγουδέρες και επιγκενίδες μινιαρισμένες! Οι πιο μετριοπαθείς πετάνε καρέκλες! Ο Θράσος εξαπολύει μαδέρι ακατέργαστο και οι καραγωγείς ψέλνουν … τα εξαμάξης στο διαιτητικό τρίο!
Μετά όλοι εν χορώ βρίζουν το διαιτητή τον Σταμάτη.
– Που να πάθεις, που να ράνεις, που να καταπιείς το στραγάλι της σφυρίχτρας σου, που να μη βγάλεις ποτέ … τα μαύρα από πάνω σου …
Τα ακούει όλα αυτά ο δόλιος και κλαίει γοερά! Παρόμοιου είδους προπηλακισμούς είχε να υποστεί από τότε που είχε διευθύνει το ματς «Ελλάς» – «Αθλητική Ένωσις Σαφραμπόλεως» όταν το σέντερ μπακ τού είχε μαυρίσει το μάτι το δεξί!
Ωστόσο δεν ορρωδεί και καταλογίζει το πέναλτι, το οποίο με εύστοχο μελεδάκι μετατρέπει σε γκολ ο Σάββας!
Έτσι το ημίχρονο βρίσκει προηγούμενο τον «Αστέρα» με σκορ 2 – 1.
—-
Στην ανάπαυλα πραγματοποιούνται διάφορα ακροβατικά και μαγικά νούμερα από το τιμ του Λούνα Παρκ υπό την υπόκρουση φαμφάρας. Ο Ζεβανζέλ είναι φαρμακωμένος απ’ την κατάφωρη αδικία και η Ζία πασχίζει να δικαιολογήσει τα αδικαιολόγητα.
– Μας έσφαξε ο ρέφερυ, να ξέρετε …
Ο Θράσος στα αποδυτήρια ντοπάρει τους παίχτες του με λόγια της φωτιάς! Οι ποδοσφαιριστές αγκαλιάζονται αναμεταξύ τους και παίρνουν όρκο νίκης φρικτό! Μόλις σφυρίζει ο διαιτητής, μπαίνει επικεφαλής της ομάδας του ο Θράσος και σε διάταξη συρμού την οδηγεί στον αγωνιστικό χώρο.
– Πολύ στηθάτο τον βλέπω τον Θράσο και ανησυχώ, πρόεδρο, λέει χαμηλόφωνα στο αφτί του αφεντικού ο ταμίας του «Αστέρα»
– Το ’χω προσέξει κι εγώ αυτό, αγαπητέ υφιστάμενε …
—-
Η «Σφαιρ Ρόνστιμπακ» ξεχύνεται φουριόζα! Ο Παντελής παίζει το ένα – δύο με τον Γιάννη. Αυτός παρακάμπτει τον Βιδάλιο και σεντράρει αριστερά. Η μπάλα φτάνει στον Μαυρουδή. Μαυρουδής πάντα, τριπλάρει δύο αντιπάλους και … τον εαυτό του και πασάρει τακουνάτα στο χαλκέντερο Πικιουί, που με ένα εκπληκτικό βολ – πλανε ισοφαρίζει στο πιο κρίσιμο σημείο του αγώνα!
Κοσμοχαλασιά, ιαχές, πανδαιμόνιο! Οι μπουρούδες των αλιευτικών σφυρίζουν αδιάλειπτα. Ο μεγαλομπακάλης απαιτεί και άλλο τσιμεντόλιθο να σπάσει με το πόδι του! Ο Θράσος επαίρεται δημοσίως.
– Έτσι καθαρίζουμε, ρε, εμείς οι Νεαπολίται, φωνασκεί και φτύνει στον αέρα.
Μετά το φοβερό ξέσπασμα της «Ρόνστιμπακ», ο «Αστέρας» πανικοβάλλεται και οι παίχτες του αμύνονται απεγνωσμένα προσπαθώντας να παρελκύσουνε το χρόνο!
Όμως αναπάντεχα σε μια αντεπίθεση του «Αστέρα» ο «στρατηγός» Βιδάλιος πιάνει ένα μονοκόμματο αριστερό βολέ έξω απ’ την περιοχή, που στέλνει τη μεν … θεά του ποδοσφαίρου στο καΐκι του Μπόμπολα, το δε αριστερό του παπούτσι … στα δίχτυα της «Ρόνστιμπακ!».
Όλοι οι θεατές κρατάνε τις κοιλιές απ’ τα γέλια με τα ευτράπελα τούτα, αλλά ο επόπτης, το Τσιτσί, κατευθύνεται προς τη σέντρα, σημάδι πως … σημειώθηκε τέρμα κανονικό και ο διαιτητής το αποδέχεται! Αυτό πλέον είναι σκάνδαλο ολκής, που δεν το χωρά ανθρώπινος νους! Ακόμα και οι φαν του «Αστέρα» αποστρέφουνε τα πρόσωπα με θλίψη!
– Πάει, Περικλή, χάλασε το άθλημα!
Ο Θράσος σε κατάσταση αμόκ δαγκώνει τον καρπό του και βγάζει πέτσα! Οι ψαράδες πετάνε γοπιά και μέλουνες στο διαιτητικό τρίο.
– Τομάρια, πουλημένοι …
Ο Ζαφείρης ο μπακάλης, κάνοντας κατάχρηση ζητά … και τέταρτο τσιμεντόλιθο να σπάσει, προς μεγάλη δυσφορία του ταμία της «Ρόνστιμπακ».
– Αμάν, μωρέ αδρεφέ μου, δε σε προκαίνω! Δεν έχτιζα καλύτερα … μαντρότοιχο;
Μέσα στη γενική χλαλωή ακούγεται αξάφνου ήχος ταμπούρλου. Όλοι στρέφουνε τα μάτια τους κατά κείθε και βλέπουνε τον Ζεβανζέλ να χτυπά … σαν ουρακοτάγκος το στήθος του με τις γροθιές του!
– Πάει, μας το κλείνουνε το σπιτικό μας, σουρομαδιέται η Ζία και φεύγει τρέχοντας να επισκευτεί τον μαιευτήρα της, τον Μαστρογκιουζέπο!
—-
Μετά από πολλές διαβουλεύσεις και δρομολόγια ασθενοφόρου, γίνεται επιτέλους η σέντρα. Ο Βιδάλιος σε λίγο προβαίνει σε ενέργεια, η οποία κατατείνει στην ενίσχυση του κέντρου της ομάδας του. Έτσι, ρίχνει στη μάχη τον Καλιακούδα και αποχωρεί ο ίδιος από το παιχνίδι, χειροκροτούμενος, ενώ ο Γιάννης ο Απέλπας χολωμένος, που δεν προτίμησε αυτόνα ο αρχηγός, σέρνει την κόψη της παλάμης του στο λαιμό του, πράγμα που σημαίνει, ότι στο τέλος του αγώνα προτίθεται να … κατασφάξει τον Βιδάλιο!
—-
Ο Παντελής μεταβιβάζει στον Γιάννη. Γιάννης στο Νεκό που πασάρει αριστερά στο Πικιουί κι αυτός με ένα συρτό γωνιακό τινάζει τα δίχτυα της Μαμμής και ισοφαρίζει μέσα σε ξέφρενο πανηγύρι!
Απομένουνε τρία μόλις λεπτά να λήξει το ματς και όλα δείχνουνε πως ο αγώνας θα οδηγηθεί σε παράταση.
Ο Θράσος αλαλάζει παροτρύνοντας τα παιδιά του «Νυν υπερπάντων ο αγών, ρε», ενώ ταυτόχρονα ο Βιδάλιος βλέποντας ότι οι δικοί του έχουνε ξεκατινιαστεί απ’ το τρέξιμο, τους κάνει σινιάλο να παγώσουνε το παιχνίδι και τους μοιράζει … χωνάκια πασατέμπο απ’ του Μανώλη το καροτσάκι, μόνο και μόνο για … να περνά η ώρα!
Έξαφνα, σε μια ύστατη προσπάθεια ο νεοεισελθείς Καλιακούδας επιχειρεί μπάσιμο από δεξιά και πασάρει έντεχνα στον Βαγγέλη, ο οποίος ξεχύνεται αστραπηδόν προς την αντίπαλη περιοχή, ενώ οι αμυντικοί της «Ρόνστιμπακ» οπισθοχωρούνε τρομοκρατημένοι, για να τον αποφύγουνε … ένεκα τα καρφάκια των παπουτσιών του!
Μονάχα ο γενναίος Παντελής αποτολμά να τον αναχαιτίσει χυμώντας απάνω του με ξέχωρο θάρρος. Όμως, τρώει τέτοια σκαριά στο γόνατο, που δε θα την άντεχε μήτε … φακίρης και συσφαιρώνεται στο έδαφος με σπασμούς!
– Πάει, μου το φάγανε το παλικάρι, γρυλλίζει ο Θράσος και τάζει λαμπάδα ίσαμε το μπόι του στον Αϊ Δημήτρη τον Πλούσιο, υπέρ αποκαταστάσεως υγείας τραυματισθέντος.
Ο διαιτητής όμως αγνοεί το καταφανέστατο φάουλ και αφήνει τον Βαγγέλη να συνεχίσει σαν οδοστρωτήρας το δρόμο του και να εξαπολύσει μια βολίδα στο «γάμα», που δίνει την ευκαιρία στο αιλουροειδές Μουίτς να απογειωθεί και να εξοστρακίσει τη μπάλα σε κόρνερ!
Το κόρνερ χτυπά φαλτσαριστά ο Λάκης και ο Καλιακούδας πηδάει να πιάσει κεφαλιά. Όμως, από λάθος εκτίμηση δε βρίσκει τη μπάλα στον αέρα, αλλά το … κεφάλι του Γιάννη, οπότε πέφτει με δυνατό γδούπο στο χώμα, χτυπώντας άσχημα το δεξί του χέρι!
Αμέσως μια παρατεταμένη κραυγή αγωνίας ξεφεύγει από τα στόματα όλων των θεατών, ενώ συμπαίχτες και αντίπαλοι τρέχουνε να τον βοηθήσουνε και να του δώσουνε να πιεί ένα ποτήρι νερό.
– Ένας στο χώμα, χιλιάδες στον αγώνα, βρυχώνται οι οπαδοί του «Αστέρα» με ανυψωμένες γροθιές!
– Μάνα μου, μάνα μου το χεράκι μου, ολοφύρεται ο Καλιακούδας. Ο ρέφερυ αντί να καλέσει τους τραυματιοφορείς, ως είθισται, σηκώνει ψηλά το χέρι και αρχίζει να μετρά … μέχρι το δέκα, ωσάν να πρόκειται για ανατροπή … μποξέρ στο καναβάτσο! Πάραυτα, με επικεφαλής τον Βιδάλιο, οι παίχτες του «Αστέρα» σπεύδουνε και φορτώνονται στις πλάτες τους τον τραυματία, με πρόθεση να τον μεταφέρουνε στον πιο κοντινό γιατρό, όσο το χεράκι του είναι ακόμα ζεστό!
Ο διαιτητής σφυρίζει και τους καλεί να επιστρέψουν, για να συνεχιστεί το ματς, όμως κανένας δεν του δίνει σημασία! Έτσι και ’κείνος αναγκάζεται να διακόψει τον αγώνα και να κατακυρώσει το παιχνίδι υπέρ της «Ρόνστιμπακ».
—-
Το γλέντι ήδη έχει στηθεί. Κλαίγοντας με κοπετούς ο Ζεβανζέλ απονέμει το βαρύτιμο τρόπαιο στον αρχηγό της ομάδας του, τον Γιάννη, ο οποίος το παίρνει φιλώντας του το χέρι και το σηκώνει ψηλά μέσα σε αποθέωση και διθυραμβικά σχόλια!
Ακολούθως, τιμής ένεκεν, το παραδίδει στον προπονητή του, τον Θράσο, τον αρχιτέκτονα του θριάμβου!
– Νυν απολύεις τον δούλον Σου, Δέσποτα, ολοφύρεται ο Θράσος.
Μέσα σε φρενίτιδα ποδοσφαιριστές και μερίδα φιλάθλων πετάνε τρεις φορές στον αέρα τον σπουδαίο κόουτς μαζί με το κύπελλο!
– Γκρεμίστε, μωρέ, τα τείχη, Άρατε πύλας, παραληρούνε οι φαν!
– Χαίρε, Θράσε, λαοφίλητε. Άξιος, άξιος !!
– Έφαγα θερίον, μονολογεί εκείνος.
Ακολούθως τον περιφέρουν στους ώμους, κάνοντας τρεις φορές το γύρο του θριάμβου!
Ο Ζεβανζέλ με αναφιλητά σκύβει και ασπάζεται τα παπούτσια των επιθετικών του και στη συνέχεια ανοίγει σαμπάνια … «μπόμπα» και την πίνει απνευστί απ’ το μπουκάλι!
Ο Θράσος πλησιάζει τον πρόεδρο ακολουθούμενος από μαινόμενους οπαδούς, που σχίζουνε τα ιμάτιά τους!
– Νενικήκαμεν, πατέρα, αρθρώνει άψυχα.
– Τα πάντα όλα σε σένανε τα οφείλω, Θράσο μου, σπαράζει και τον ραίνει πατόκορφα με χρυσές λίρες κοπής Βικτωρίας!
– Ε, αφού έπαιζα μπάλα παλιά στον Πανεώνιο!
– Δώκε μου τώρα κι εμένα το κύπελλο να το χαρώ λιγουλάκι, που το ’χω λαχταρήσει …
– Άστο να το … φυλάω εγώ καλύτερα, πατέρα. Φεύγω τώρα, γιατί έχω να δώσω συνέντευξη Τύπου …
– Όπως εσύ νομίζεις, στερνό μου αποκούμπι. Πάμε τώρα, παιδιά μου, για τη μεγάλη γιορτή. Α, σηκώστε και τη γυναίκα μου την Ερνούλα από κάτου, να μην την ξεχάσουμε εδώ πέρα!
Και όλοι μαζί, πρόεδρος, προπονητής, ποδοσφαιριστές και οπαδοί σαν μια γροθιά, ξεκινάνε για τη Νεάπολη, τον επινίκιον ύμνον άδοντες!
Τάκης Κυριτσόπουλος
προκαίνω∶ προκάνω, προφταίνω