Πάρε τα δώρα
Από το Δημήτρη Βόϊκο
===
Μαύρο το πέλαγο τ’ αποψινό το βράδυ.
Ο ουρανός βαρύς χωρίς μαρμαρυγή.
Νύχτωσε πια κι η σκέψη μου σ’ ελπίδας χάδι,
άμετρη γύρω μοναξιά, βαθιά πληγή.
—
Πάρε τα δώρα της ψυχής σου, και να μέ ‘βρεις
έλα! στόλισα την κάμαρα ζεστά.
Έκοψε ρόδο την καρδιά μου ο Σεπτέμβρης
και την μάδησε στο πάτωμα μπροστά.
—
Πάρε δειλά της πίκρας σου το μύρο, κι έλα
να ευωδιάσεις τον αγέρα το λερό,
και τον καημό σου… που στα χείλη σαν εγέλα…
κάμε τον πόνο σου τραγούδι θλιβερό.
—
Θα έχω στρώσει στο τραπέζι τη γαλήνη
και τη ζωή μας, σα κρασί μεθυστικό
θα πιούμε και το δάκρυ θ’ απαλύνει,
του χωρισμού μας τα δεσμά, σα μυστικό.
—
θα ‘ναι διάχυτη η ατμόσφαιρα με θλίψη,
θα κοιταζόμαστε κι οι δυο σα ναυαγοί,
και θα μας έχει η αγάπη ανταμείψει
κι έξω, θ’ ακούγεται τα’ άνεμου η ωρυγή.